Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013


Η ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΑ ΤΟΥ ΓΚΡΟΥΕΦΣΚΙ ΚΑΙ ΟΙ ΑΝΑΚΡΙΒΕΙΕΣ ΤΟΥ ΝΙΜΙΤΣ

                                 
Γράφει ὁ Κωνσταντῖνος Χολέβας, Πολιτικὸς Ἐπιστήμων
Ὁ μεσολαβητὴς τοῦ ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς καλεῖ τοὺς ἐκπροσώπους Ἀθηνῶν καὶ Σκοπίων σὲ νέο γύρο συνομιλιῶν γιὰ τὸ θέμα τοῦ ὀνόματος τῆς γείτονος χώρας. Ἡ ἐξέλιξη αὐτὴ ἔρχεται μέσα σὲ ἕνα κλίμα προκλήσεων εἰς βάρος μας ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῶν σκοπιανῶν ἀρχῶν. Κάτι δὲν πάει καλὰ γιὰ τὸν σκοπιανὸ ἐθνικισμὸ καὶ οἱ ψευδομακεδόνες δείχνουν νευρικότητα καὶ ἀνασφάλεια.
Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ σύλληψη εἴκοσι ἀνθρώπων στὰ Σκόπια μὲ τὴν κατηγορία τῆς κατασκοπείας.
Ὁ Γκρούεφσκι φοβᾶται καὶ τὴ σκιά του. Ἡ σοσιαλδημοκρατικὴ ἀντιπολίτευση τὸν κατηγορεῖ ὅτι συλλαμβάνει ὅσους τὸν ἐπικρίνουν.. Ἐκεῖνος γιὰ νὰ δικαιολογήσει τὶς συλλήψεις τὰ φορτώνει ὅλα στὸν συνήθη... ὕποπτο. Στὴν Ἑλλάδα! Οἱ συλληφθέντες ἔδιδαν πληροφορίες καὶ ἀπόρρητα στὴν Ἑλλάδα ἔναντι ἀμοιβῆς, ἰσχυρίζεται ἡ προπαγάνδα τοῦ σκοπιανοῦ Πρωθυπουργοῦ καὶ ἡγέτη τοῦ ἐθνικιστικοῦ κόμματος ΒΜΡΟ-ΔΠΜΗΕ.
Ἡ ἀνασφάλεια τῆς σκοπιανῆς ἡγεσία ἔχει πολλὰ αἴτια. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι καὶ ἡ πίεση τῆς πολυάριθμης ἀλβανικῆς κοινότητας, ἡ ὁποία ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ ἀποσχισθεῖ γιὰ νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸ Κόσσοβο. Ἄλλη αἰτία εἶναι ἡ βουλγαρικὴ πολιτική, ἡ ὁποία δὲν ἀναγνωρίζει μακεδονικὸ ἔθνος. Θεωρεῖ τοὺς Σλάβους τῶν Σκοπίων Βουλγάρους. Γιὰ νὰ ἀπαντήσει στὶς διάφορες πιέσεις ἡ ἀνασφάλεια τῶν σκοπιανῶν δημιούργησε ἕνα νέο μνημεῖο μεγαλοϊδεατισμοῦ καὶ ἐπεκτατισμοῦ. Ὅπως καταγγέλλει μὲ ἀνακοίνωσή της ἡ Ἐταιρία Μακεδονικῶν Σπουδῶν τῆς Θεσσαλονίκης ὁ Δῆμος Γευγελής, λίγα μέτρα ἀπὸ τὰ σύνορα μὲ τὴν Ἑλλάδα, ἔστησε ἕνα μνημεῖο, τὸ ὁποῖο ἐκφράζει πλήρως τὴν κρατικὴ ἰδεολογία. Ὅτι δηλαδὴ σκοπὸς τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων εἶναι ἡ ἐπανένωση τῆς Μεγάλης Μακεδονίας, τὴν ὁποία ἔκοψαν σὲ κομμάτια Σέρβοι, Βούλγαροι, Ἀλβανοὶ καὶ Ἕλληνες.
Δυστυχῶς ἀπὸ ἑλληνικῆς πλευρᾶς δὲν ἔχουμε ἀκόμη καταγγείλει τὴν Ἐνδιάμεση Συμφωνία Ἀθηνῶν-Σκοπίων τοῦ Σεπτεμβρίου 1995. Ἐπανειλημμένως παραβιάσθηκε ἀπὸ τὴν ΠΓΔΜ καὶ ἀντὶ νὰ διαμαρτυρηθοῦμε ἐμεῖς, τὴν χρησιμοποίησαν τὰ Σκόπια γιὰ νὰ μᾶς καταγγείλουν στὸ Δικαστήριο Διεθνοῦς Δικαίου τῆς Χάγης.
Ἐπίσης πρέπει νὰ ζητήσουμε ἀπὸ τὸν μεσολαβητὴ Μάθιου Νίμιτς νὰ μὴν λέει ἀνακρίβειες. Εἶπε προσφάτως ὅτι τὸ ὄνομα ποὺ θὰ προταθεῖ πρέπει νὰ περιλαμβάνει τὸν ὄρο Μακεδονία, διότι μὲ τὴ Συνθήκη τοῦ Βουκουρεστίου τοῦ Ἰουλίου 1913 μοιράσθηκε ἡ γεωγραφικὴ Μακεδονία μεταξὺ Ἑλλάδος, Σερβίας καὶ Βουλγαρίας. Λάθος! Πουθενὰ στὴ Συνθήκη δὲν γίνεται λόγος περὶ Μακεδονίας.
Κυριακάτικη ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, 29/9/2013



Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013










Οἱ Financial Times σὲ φιλελληνικότατο ἄρθρο γιὰ τὴ Μακεδονία
τοῦ Κώστα Βουκελάτου

Μὲ τὰ πρόσφατα γεγονότα δὲν ἔμεινε χῶρος στὰ τηλεοπτικὰ δελτία καὶ τὶς ἐκπομπὲς νὰ ἀναφερθοῦν σὲ ἕνα πολὺ σημαντικὸ ἄρθρο τῶν Financial Times. Ένα 3λεπτο θὰ ἦταν ἀρκετὸ γιὰ νὰ ἀναφερθεῖ ὅτι: Οἱ Σκοπιανοὶ δὲν ἔχουν καμία σχέση μὲ τὸν Μέγα Ἀλέξανδρο – Ἦρθαν χίλια χρόνια μετὰ στὰ Βαλκάνια. Ἀπὸ ποῦ προκύπτει αὐτό; Καὶ πῶς ἕνα εὔκολο ἀποδεικτικὰ γεγονὸς δὲν τὸ ἔχουμε κάνει σημαία χρησιμοποιώντας τὰ πλούσια ἀρχαιολογικὰ εὐρήματά μας καὶ τὴν ἔρευνα τῶν ἑλλήνων καὶ ξένων ἀρχαιολόγων;
Οἱ Financial Times ἐπισημαίνουν ὅτι δὲν τίθεται θέμα νὰ ἔχει σχέση ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος μὲ τοὺς Σκοπιανοὺς γιατί ὁ Μεκεδόνας βασιλιὰς ἦταν ἕλληνας στὴν καταγωγή. Σὲ ἄρθρο του στοὺς FT, ὁ Stephen Schwartz, ἀναφέρεται στὸ θέμα ἐπισημαίνοντας πὼς ἔχοντας ζήσει ἐπὶ σειρὰ ἐτῶν στὰ Σκόπια καὶ ἀναφέρεται στὸ ζήτημα τῆς ὀνομασίας τῆς ΠΓΔΜ λέγοντας πὼς ὁ μεγάλος βασιλιὰς Ἀλέξανδρος ἦταν «Ἕλληνας Μακεδόνας. Ἡ κουλτούρα τοῦ ἦταν ἑλληνικὴ καὶ τμήματα τῆς ἐξαπλώθηκαν σὲ ὅσα μέρη κατέκτησε ὁ Ἀλέξανδρος, ὁ ὁποῖος δὲν ἦταν ”Μακεδόνας” μὲ τὴν δημογραφικὴ ἔννοια τὴν....
ὁποία ἐπικαλοῦνται οἱ κάτοικοι τῆς ΠΓΔΜ».
Ἀναφέρει ἐπίσης πὼς ὁ Μακεδόνας βασιλιὰς ἔζησε τὸν 4ο αἰώνα π.Χ., ἐνῶ οἱ σλαβομακεδόνες, οἱ πρόγονοι τῶν σημερινῶν Σκοπιανῶν κατοίκησαν τὰ Βαλκάνια τὸν 6ο-7ο αἰώνα μ.Χ.
Τὸ κενὸ χιλίων χρόνων ἀνάμεσα στὶς δύο ”Μακεδονικές” κουλτοῦρες, δὲν μπορεῖ νὰ κλείσει μὲ τὸν συμβολικὸ συσχετισμὸ τῆς τωρινῆς ΠΓΔΜ μὲ τὸν κατακτητὴ τῆς Περσίας καὶ τῆς Ἀνατολῆς. Ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος δὲν ἦταν Σλάβος καὶ ἡ περίφημη συνομιλία του μὲ τὸν Διογένη δὲν ἔγινε στὰ σλαβικά».
Κλείνοντας, τὸ δημοσίευμα τῶν Financial Times ἐπισημαίνει πὼς “ἡ κυβέρνηση τῆς ΠΓΔΜ ἔχει ἀνταποκριθεῖ ἀπερίσκεπτα στὶς κινήσεις τῶν Ἑλλήνων ὅσον ἀφορᾶ τὴν ὀνομασία τοῦ κράτους, μὲ χειρονομίες ποὺ ἐπιδεινώνουν τὴν διαμάχη ὅπως γιὰ παράδειγμα μὲ τοὺς ἰσχυρισμοὺς πὼς ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος εἶναι δικός τους. Οἱ κάτοικοι τῆς ΠΓΔΜ μποροῦν καὶ πρέπει νὰ κάνουν κάτι καλύτερο γιατί ὁ μεγάλος βασιλιὰς δὲν ἦταν πότε δικός τους.
Ἔτσι γιὰ νὰ ἀλλάξουμε καὶ λίγο παραστάσεις λέμε τὰ πράγματα μὲ τὸ ὄνομά τους.

freepen
ΠΗΓΗ: ΡΩΜΑΪΚΟ ΟΔΗΠΟΡΙΚΟ

Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2013

ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗ ΕΝΟΡΙΑΣ ΚΑΤΩ ΧΩΡΙΟΥ ΙΕΡΑΠΕΤΡΑΣ 2012

 


22 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1942. ΤΟ ΑΝΤΙΤΟΡΠΙΛΙΚΟ ΑΝΔΡΙΑΣ ΑΦΗΝΕΙ ΑΦΩΝΗ ΟΛΗ ΤΗΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΗ ΤΑΞΙΔΕΥΩΝΤΑΣ ΧΩΡΙΣ ΠΛΩΡΗ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΠΡΟΣΚΡΟΥΣΗ ΤΟΥ ΣΕ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΝΑΡΚΗ



Το βράδυ της 22ας/10/1942 το αντιτορπιλικό "Αδρίας" προσκρούει σε νάρκη και δημιουργεί έναν ακόμα θρύλο του ναυτικού μας, ο οποίος έκανε για άλλη μια φορά την Ελλάδα μας ξακουστή στην Οικουμένη.

Τέλη 1941, η Βρεταννία, ύστερα από ελληνικό αίτημα, δίδει στην Ελλάδα δύο από τα νέα αντιτορπιλικά τύπου "Hunt", τα οποία ονομάστηκαν "Πίνδος" και "Αδρίας". Κυβερνήτες τοποθετήθηκαν οι αντιπλοίαρχοι Κύρης και Ιωάννης Τούμπας αντιστοίχως. Στις 20/7/1942, στο Νιούκαστλ της Αγγλίας, υψώνεται επισήμως η ελληνική σημαία επί του αντιτορπιλικού "Αδρίας"!
 21/10/1943, το "Αδρίας" απέπλευσε από την Αλεξάνδρεια, με προορισμό τα Δωδεκάνησα. Ήδη είχε γίνει ξακουστό για την δράση του και τον ηρωισμό του πληρώματός του!

Στις 8 το βράδυ της 21ης Οκτωβρίου 1943, ο "Αδρίας" και το βρεταννικό αντιτορπιλικό "Χάργουορθ", αποχωρίστηκαν από το συμμαχικό στολίσκο και κατευθύνθηκαν προς την Κάλυμνο, όπου έφτασαν τα ξημερώματα της 22ας Οκτωβρίου. Ερεύνησαν τις ακτές του νησιού επί δίωρον και στις 3 το πρωί απομακρύνθηκαν, όταν ξαφνικά υπέστησαν νυχτερινή αεροπορική προσβολή, από γερμανικά αεροσκάφη καθέτου εφορμήσεως ju-87 "Στούκας".

Πλέοντας ελίγδην (= ζικ-ζακ) προς το στενό της Κω, τα δύο πολεμικά απέφυγαν τις γερμανικές βόμβες. Στις 6 το πρωί της 22ας Οκτωβρίου, τα δύο πολεμικά αγκυροβόλησαν στον τουρκικό όρμο Γεντί Αταλά. Το απόγευμα της ιδίας ημέρας, τα δύο αντιτορπιλικά διετάχθησαν να επαναπλεύσουν προς την Κάλυμνο, επιχειρώντας αντιπερισπασμό.

Ενώ τα δύο πλοία έπλεαν σε "γραμμή παραγωγής" (= το ένα πίσω από το άλλο) με προηγούμενο το βρεταννικό "Χάργουορθ", στις 21:56 ισχυρότατη διπλή δόνηση συγκλόνισε τον "Αδρία", για να επακολουθήσει μία τρομακτικής ισχύος έκρηξη.

Ο αντιπλοίαρχος Τούμπας, ο οποίος βρισκόταν στη γέφυρα, εκτινάχθηκε από τα αέρια της εκρήξεως, και ξανάπεσε τραυματισμένος πάνω σε αυτήν, καταπλακωμένος από τα συντρίμμια της.

Ολόκληρο το έμπροσθεν της γέφυρας πρωραίο τμήμα, είχε αποκολληθεί, ενώ στο υπόλοιπο πλοίο είχε ξεσπάσει πυρκαϊά από βραχυκύκλωμα.

Νεκροί, τραυματίες και κομμένα μέλη ναυτικών μας, ήταν διάσπαρτα παντού.

Ο Τούμπας, διαπιστώνει ότι, το τμήμα του πλοίου που επέπλεε, παρέμενε αξιόπλοο, αν και με κλίση 15 μοιρών προς τα δεξιά, καθώς το σύστημα προώσεώς του δεν παρουσίαζε ιδιαίτερα προβλήματα. Ο Κυβερνήτης του "Αδρία", αρνήθηκε δύο φορές τη διαταγή του Βρεταννού διοικητή της δυνάμεως, αντιπλοιάρχου Ρόιστον Ράιτ, να πλευρίσει δίπλα του και να παραλάβει το πλήρωμα του ελληνικού πλοίου, δηλώνοντας ότι θα πλησίαζε τις τουρκικές ακτές για να προσαράξει σε αυτές.

Στις 22.10, ενώ το "Χάργουορθ" προσπαθούσε να πλησιάσει τον "Αδρία" και να παραλάβει τουλάχιστον όσους από το πλήρωμα δεν ήταν απαραίτητοι, μια τρομακτική έκρηξη σημειώθηκε! Το Αγγλικό πλοίο τινάχτηκε ολόκληρο στον αέρα και ακολούθως βυθίστηκε αστραπιαία. Όλοι αντελήφθησαν τότε πως, τα δύο πολεμικά, βρίσκονταν εν μέσω ενός γερμανικού ναρκοπεδίου, που είχε ποντιστεί το πρωί της μέρας αυτής.

Επειδή ο "Αδρίας" άρχισε να βάζει νερά, ο κυβερνήτης του αποφάσισε να απομακρυνθεί τάχιστα και με ταχύτητα έξι κόμβων, προσεγγίζοντας τις τουρκικές ακτές, όπου προσάραξε ομαλά, στην αμμώδη ακτή του μυχού του όρμου του Γκιουμουλσούκ, έχοντας διανύσει σε περίπου τρεις ώρες (2 ώρες και 50 λεπτά), απόσταση 15 μιλίων από το σημείο της προσκρούσεως στην γερμανική νάρκη...

Στην διάρκεια αυτού του πλου, ο γιατρός του "Αδρία", ανθυποπλοίαρχος Καποδίστριας, επέδενε τα τραύματα των τραυματιών, υπό πρωτόγονες συνθήκες. Δύο τραυματίες, ο σημαιοφόρος Θέμελης και ο δίοπος Χαβιάρας, απεγκλωβίστηκαν από τα συντρίμμια της κομμένης πρώρας, μόνο μετά την προσάραξη του πλοίου!...

Το ηθικό των ανδρών, ήταν εξαιρετικά υψηλό. Μοναδικό παράδειγμα θάρρους και υψηλού πνεύματος θυσίας, ήταν η περίπτωση του δίοπος μηχανικού Παπαφραντζέσκου, ο οποίος είχε τραυματιστεί σοβαρότατα στο αριστερό χέρι του, και ο γιατρός Καποδίστριας, ήταν υποχρεωμένος να του το κόψει κάτω από τον αγκώνα, χωρίς αναισθητικό. Όταν ο τραυματίας Παπαφραντζέσκος αντιλήφθηκε τον κυβερνήτη, να εισέρχεται στο χώρο της "χειρουργικής επεμβάσεως", γυρνάει και λέει στον Κυβερνήτη του, για να του δώσει θάρρος: << Μη στεναχωριέστε, κύριε Κυβερνήτα. Καλά είμαι. Τι είναι ένα χέρι για την Πατρίδα; Τίποτα!>>. Πραγματικά, μοναδικές στιγμές!....

Ο Τούμπας, γύρισε όλο το πλοίο. Μίλησε, χαιρέτησε και ευχαρίστησε έναν προς έναν το πλήρωμα του. Και μόλις χαιρέτησε και τον τελευταίο, λιποθύμησε από την αιμορραγία του τραύματός του.

Οι απώλειες του "Αδρία", ανήλθαν σε 18 νεκρούς, 3 εξαφανισθέντες και 24 τραυματίες, μεταξύ των οποίων και ο κυβερνήτης του.

Έπειτα από επισκευές, που διήρκεσαν περίπου 40 μέρες, στις 21:00 της 1ης Δεκεμβρίου 1943 ο "Αδρίας" ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής, πλέοντας με την πρύμη του. Γρήγορα ο Τούμπας, διαπίστωσε ότι αυτό ήταν αρκετά χρονοβόρο, οπότε αποφάσισε να πλεύσει "επί το πρόσω", με το υπόλοιπο κομμένο τμήμα του πλοίου του ως νέα "πρώρα".

Στις 14:08, της 6ης/12/1943, ανήμερα μάλιστα του Αγ. Νικολάου, προστάτη των ναυτικών μας, το εναπομείναν τμήμα του θρυλικού "Αδρία" εισήρετο περήφανα στο λιμάνι-ναύσταθμο της Αλεξανδρείας.

Ψηλά, στον κεντρικό ιστό του, έφερε αναπεπταμένη τη μεταξωτή ελληνική σημαία, υπό τους θριαμβευτικούς συριγμούς του συνόλου των βρεταννικών, ελληνικών και λοιπών συμμαχικών πλοίων που είχαν παραταχθεί για να τιμήσουν το αντιτορπιλικό μας, που κατάφερε ένα ηρωϊκό ταξίδι επιστροφής, αδιανόητο για όλους, αλλά αντάξιο της πανάρχαιας ναυτοσύνης του Έθνους μας!.... 
 Ἀπό τό blog τοῦ Ἱ. Ν. Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Ἠλιουπόλεως


Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2013

Η ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΙΕΡΑΠΥΤΝΗΣ

 ΚΑΙ ΣΗΤΕΙΑΣ

Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας εἶναι μία ἀπὸ τὶς ὀκτὼ Μητροπολιτικὲς περιφέρειες τῆς Ἀποστολικής  Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης. Βρίσκεται στὸ νοτιοανατολικὸ τμῆμα τοῦ Νομοῦ Λασιθίου καὶ περιλαμβάνει τὶς Ἐπαρχίες Ἱεράπετρας καὶ Σητείας καὶ τὶς τέως Κοινότητες Καλοῦ Χωριοῦ Μεραμβέλλου καὶ Κάτω Σύμης Βιάννου μὲ ἕδρα τὴν πόλη τῆς Ἱεράπετρας.
Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι στὸ β΄ μισό του ἃ΄ αἰώνα μ.Χ. ὁ Ἀπόστολος Τίτος, ποὺ τὸν εἶχε ἀφήσει ὁ Ἄπ. Παῦλος στὴν Κρήτη γιὰ νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ἵδρυσε τὶς Ἐπισκοπὲς τῆς Κρήτης. Αὐτὴ ἦταν καὶ ἡ ἐπιθυμία τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου, ποὺ ἀναφέρει στὴν πρὸς Τίτον ἐπιστολὴ τοῦ «τούτου χάριν κατέλιπον σὲ ἐν Κρήτη, ἴνα τὰ λείποντα ἐπιδιορθώσης καὶ καταστήσης κατὰ πόλιν πρεσβυτέρους, ὡς ἐγὼ σοὶ διεταξάμην...» (Τίτ. 1,5), διευκρινίζοντας ὅτι πρεσβυτέρους ὀνομάζει τούς  Ἐπισκόπους. Ἡ Ἐπισκοπὴ Ἱεράπετρας εἶναι ἡ ἀρχαιότερη ἱστορικὰ στὸ Νομὸ Λασιθίου καὶ θεωρεῖται μεταξὺ τῶν πρώτων ποὺ ἱδρύθηκαν στὴν Κρήτη.
Σύμφωνα μὲ τὸν ἱστορικὸ Φλαμίνιο Κορνήλιο στὸ ἔργο τοῦ Kreta Sacra καὶ τὴν ἀναφορὰ τοῦ Ἀθανασίου Παπαδοπούλου-Κεραμέως στὸ «Μαρτυρολόγιο τῶν Ἁγίων Δέκα Μαρτύρων», ἡ ἵδρυσή της χρονολογεῖται γύρω στὸ 68 μ. Χ.
Ἐπίσης, τὸ ἀκρωτήριο «Σαλμώνη», ποὺ ἀναφέρεται στὶς Πράξειςτων Αποστολων (Πρ. 27,7) «ὑπεπλεύσαμεν τὴν Κρήτην κατὰ Σαλμώνην» πὼς πέρασε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πηγαίνοντας στὴ Ρώμη, πρὶν νὰ ἀράξει τὸ πλοῖο ποὺ τὸν μετέφερε στοὺς Καλοὺς Λιμένες, εἶναι τὸ ἀκρωτήριο «Κάβο Σίδερο», τὸ ὁποῖο βρίσκεται στὸ ἀνατολικότερο ἄκρο τῆς Κρήτης, καὶ συγκεκριμένα στὴν ἐπαρχία Σητείας καὶ στὰ γεωγραφικὰ ὅρια τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Τοπλοῦ.
Ἀκόμα, σύμφωνα μὲ μία παράδοση ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, κατὰ τὴν τέταρτη ἀποστολικὴ περιοδεία του, ἀποβιβάστηκε γιὰ ἀνεφοδιασμὸ ἀνατολικὰ της  Ἱεράπετρας, ὅπου καὶ κτίστηκε μία ἐκκλησία μὲ 12 κολῶνες στὸ ὄνομα τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, γεγονὸς ποὺ ἐνισχύει τὴν ἐπικρατοῦσα παράδοση ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν μαζὶ μὲ τὸν μαθητὴ τοῦ Τίτο ἵδρυσαν τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἱεραπύτνης καὶ τῆς Σητείας. Ὁ ναὸς δὲν διασώζεται σήμερα, ὅμως περιγράφεται τὸ 1687 ἀπὸ τὸν Randolph τὶς περιηγήσεις του στὴν Κρήτη ποὺ γράφει: «Ἀνατολικά της Ἱεράπετρας περίπου 10 μίλια, ἐπισκέφτηκα ἕνα μοναστήρι μέσα σὲ μία σπηλιὰ δίπλα σὲ ἕνα βουνό. Ἐκεῖ ὅπου λέγεται ὅτι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐκήρυξε. Σ’ αὐτὴ τὴν σπηλιὰ εἶναι μία ἐκκλησία μὲ 12 κολῶνες κομμένες ἀπὸ τὸ βράχο καὶ εἶναι γεγονὸς ὅτι οἱ χριαστιανοὶ τὴν ἔκτισαν νύκτα καὶ σὲ διάστημα μηνός».
Ἡ ἀνασκαφικὴ ἔρευνα ἀπὸ τὸν Σύλλογο «Βιτσέντζος Κορνάρος» Σητείας, ἔφερε στὴν ἐπιφάνεια σημαντικὰ στοιχεῖα, μὲ τὰ ὁποῖα μπορεῖ νὰ ὑποστηριχτεῖ ὅτι αὐτὸς ὁ δωδεκακίονος σπηλαιώδης ναός, ὁ ὁποῖος ἦταν καθολικὸ γυναικείας Μονῆς καὶ κτίστηκε τὸν πρῶτο μ.Χ. αἰώνα, βρίσκεται στὴν περιοχὴ τοῦ Μακρὺ Γιαλοῦ. Ἀκόμη ἡ ἔρευνα αὐτὴ στὴν περιοχὴ τοῦ Μακρὺ Γυαλοῦ, ἔφερε σὲ φῶς σπηλιὰ μὲ κτίσματα καθὼς καὶ τὸν χαρακτηριστικὰ κομμένο βράχο ποὺ περιγράφει ὁ Randolph.
Ἡ πρώτη ἱστορικὰ ἐπικυρωμένη ἀναφορὰ γίνεται τὸ 343 μ.Χ. ὅταν ὀ Επίσκοπος Ἱεραπύτνης Σύμφορος μετεῖχε στὴ Σύνοδο τῆς Σαρδικῆς (Σόφιας). Τὸ 457 μ.Χ. στὴν τοπικὴ Σύνοδο Κρήτης μνημονεύει καὶ ὑπογράφει ὁ Εὐφρόνιος ὡς Ἐπίσκοπος Ἱεραπύτνης, ἐνῶ κατὰ τὴν Ζ΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο στὴ Νίκαια τὸ 787 ἀναφέρεται καὶ ἡ Ἐπισκοπὴ Ἱεραπύτνης.
Τὸν 7ο ἢ τὸν 8ο αἰώνα τοποθετεῖται ἡ ἵδρυση τῆς Ἐπισκοπῆς τῆς Σητείας. Ἡ Ἀραβικὴ κατάκτηση τοῦ 823 ἐπέφερε πρωτοφανεῖς διωγμοὺς στὴν Ἐκκλησία τῆς Κρήτης. Ἀπὸ τὸ 961 μ.Χ. μὲ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Κρήτης ἀπὸ τὸν Νικηφόρο Φωκὰ ἀναβιώνει τὸ ὀρθόδοξο χριστιανικὸ φρόνημα τῶν κατοίκων της καὶ ἡ ἐπανασύσταση καὶ δραστηριοπόηση τῶν Ἐπισκόπων. Οἱ ἱστορικοί της ἐποχῆς ἀναφέρουν ὅτι ἡ καταστροφικὴ ἐπιδρομὴ τῶν πειρατῶν στὶς παράλιες πόλεις τῆς Κρήτης ἀνάγκαζαν τὴ μεταφορὰ τῆς ἕδρας τους σὲ μεγάλα χωριὰ στὸ ἐσωτερικό της Κρήτης ποὺ ἀκόμα φέρνουν τὸ ὄνομα Ἐπισκοπῆ, ὅπως π.χ. στὴν περιοχὴ Ἱεράπετρας στὸ χωριό Επισκοπη καὶ στὴν περιοχὴ τῆς Σητείας ἡ Ἐπάνω καὶ Κάτω Ἐπισκοπῆ μὲ ὑπάρχουσες μέχρι σήμερα κατοικίες Ἐπισκόπων. Δηλαδὴ ὁρισμένες περιφέρειες κατὰ καιροὺς ἀποτελοῦσαν ἀνεξάρτητες Ἐπισκοπὲς ὅπως φαίνεται στὸ Παρισινὸ τακτικὸ 1555Α΄ τοῦ Λέοντος Γ΄ καὶ τοῦ Κωνσταντίνου Ἐ΄, ποὺ χρονολογεῖται μεταξὺ τῶν ἐτῶν 731-746 μ. Χ.
Κατὰ τὴν Ἐνετοκρατία, μετὰ τὸ 1204, οἱ Φράγκοι κατακτητὲς συγχώνευσαν τὶς Ἐπισκοπὲς καὶ ἀντὶ Ὀρθοδόξων τοποθετοῦσαν Λατίνους Ἐπισκόπους ἢ Ἕλληνες ποὺ εἶχαν φραγκέψει. Ὁ πρῶτος Λατίνος Ἐπίσκοπος ἦταν ὁ Ἀντώνιος ἀπὸ τὴ Βενετία (1317-1323). Ἀκολουθοῦν περὶ τοὺς εἴκοσι (20) Λατίνους ἢ Λατινόφρονας Ἐπισκόπους. Ὁ τελευταῖος Γεώργιος Μινόττος (1634-1651) παραδίδει τὴν Ἐπισκοπὴ Σητείας στοὺς Τούρκους. Στὴν περίοδο αὐτὴ οἱ δύο ἐπαρχίες ἄλλοτε ἦταν ἑνωμένες καὶ ἄλλοτε ὄχι, ἀνάλογα μὲ τὰ συμφέροντα τῶν κατακτητῶν, ὁ δὲ Ἐπίσκοπος ἔφερε πάντα τὸν τίτλο «Ἱεραπέτρας», συμπεριλαμβανομένης καὶ τῆς Ἐπισκοπῆς «Πέτρας». Ἡ Ἱερὰ Ἐπισκοπὴ Ἱεραπύτνης περιελάμβανε ὁλόκληρο τὸ ἀνατολικὸ τμῆμα τῆς Νήσου, ἀπὸ τὴν Σητεία ἕως τὴν Βιάννο καὶ τὴν Χερρόνησο, δηλαδὴ τὴν σημερινὴ Χερσόνησο τοῦ Νομοῦ Ἡρακλείου.
Κατὰ τὸν 12ο αἰώνα μέρος τῆς περιφερείας τῆς Ἐπισκοπῆς Ἱεραπύτνης ἢ Ἱεραπέτρας (ἐπαρχίες Μεραμβέλλου, Λασιθίου καὶ Βιάννου) ἀποσπάσθηκε ἂπ΄ αὐτὴν καὶ ἀποκόπηκε ὁ τίτλος της, παραμένουσα ἡ πρώτη ὡς Ἐπισκοπῆ Ἱερᾶς καὶ ἡ δεύτερη ὡς Ἐπισκοπῆ Πέτρας. Ἀπὸ τότε στὴν Ἐπισκοπὴ Ἱερᾶς ἢ Ἱερᾶς καὶ Σητείας ἀνήκουν οἱ Ἐπαρχίες Ἱεράπετρας καὶ Σητείας καὶ οἱ τέως Κοινότητες Καλοῦ Χωριοῦ Μεραμβέλλου καὶ Κάτω Σύμης Βιάννου.
Γιὰ ὁρισμένο μικρὸ διάστημα ἡ Ἐπαρχία Σητείας ἀποτέλεσε ἰδιαίτερη Ἐπισκοπὴ μὲ τελευταῖο Ἐπίσκοπο τὸν μακαριστὸ Ζαχαρία, ὁ ὁποῖος θανατώθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους κατακτητὲς στὸ Ἡράκλειο τὸ 1822 μ.Χ. Καὶ πάλι ὅμως οἱ δύο ἐπαρχίες Ἱεράπετρας καὶ Σητείας ἀποτέλεσαν μία ἑνιαία Μητροπολιτικὴ περιφέρεια, τὴν Ἱερὰ Ἐπισκοπὴ Ἱερᾶς καὶ Σητείας ἢ Ἱεροσητείας.
Στὴν Τουρκοκρατία (1669-1898) ἐπανιδρύθηκαν οἱ Ἐπισκοπὲς στὴν Κρήτη καὶ ἐγκαταστάθηκαν Ὀρθόδοξοι Ἐπίσκοποι. Τότε ὑπῆρχαν δύο Ἐπισκοπὲς «Ἱερᾶς» καὶ «Σητείας» καὶ ἀπὸ τὸ 1832 συγχωνεύτηκαν σὲ μία μὲ τὸ ὄνομα «Ἱεροσητείας». Πρῶτος Ἐπίσκοπος Ἱεροσητείας μετὰ τὴν τουρκικὴ κατάληψη εἶναι ὁ Γεράσιμος Μαγγανάρης (1832-1841). Ὀνομαστὸς ὑπῆρξε ὁ προκάτοχος τοῦ Ἀρτέμιος Παρδάλης (1811-1821), ὁ ὁποῖος ἐπέδειξε σημαντικὴ ἐθνικὴ δράση στὰ χρόνια της Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης, καὶ τὸ 1845 ἐξελέγη ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας.
Σὲ ὅλα τὰ δύσκολα χρόνια καὶ κυρίως τὴν περίοδο τῆς τουρκοκρατίας ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας, ὅπως καὶ γενικότερα ἡ Ἐκκλησία τῆς Κρήτης, κράτησαν ἀνόθευτη τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, διατήρησε ἀναλλοίωτη τὴν ἑλληνοχριστιανικὴ παράδοση καὶ τὸ πατριωτικὸ φρόνημα τοῦ εὐσεβοῦς καὶ φιλόθεου λαοῦ μας.
Ὀνομαστοὶ καὶ λόγιοι Ἱεράρχες ὑπῆρξαν ὁ Καλλίνικος (1841-1845), ὁ Ἰλαρίων Κατσούλης (1846-1869), ποὺ ὀργάνωσε τὴν ἐκπαίδευση ἱδρύοντας ἐκπαιδετικὸ φροντιστήριο, ὁ Νεόφυτος (1869-1878), καὶ οἱ Γρηγόριος Παπαδοπετράκης ἀπὸ τὰ Σφακιὰ (1880-1889) καὶ ὁ Ἀμβρόσιος Σφακιανάκης (1890-1929) ἀπὸ τὸ Ἡράκλειο. Ἀπὸ τὸ 1932 ἕως τὸ 1936 μὲ τὸ νόμο 5621 οἱ Ἐπισκοπὲς Ἱεροσητείας καὶ Πέτρας συγχωνεύτηκαν σὲ μία μὲ τὸν τίτλο «Ἐπισκοπῆ Νεαπόλεως» καὶ μὲ Ἐπίσκοπο τὸν Πέτρας Διονύσιο Μαραγκουδάκη. Τὸ 1936 καταργήθηκε ὁ νόμος 5621 καὶ ἐπανασυστάθηκε ἡ Ἐπισκοπὴ Ἱερᾶς καὶ Σητείας στὴν ὁποία ἐξελέγη Ἐπίσκοπος ὁ Φιλόθεος Μαζοκοπάκης ἀπὸ τὴν Κίσαμο (1936-1960).
Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀργότερα διὰ τῆς ὑπ' ἀριθμοῦ 812 πράξεως τοῦ ἔτους 1962 προήγαγε τὴν Ἐπισκοπὴ Ἱεροσητείας σὲ Μητρόπολη μὲ τὸν τίτλο Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας καὶ πρῶτο Μητροπολίτη τὸν ἀείμνηστο Φιλόθεο Βουζουνεράκη (1961-1993).
Τὸ ἔτος 1993 ἡ Ἁγία καὶ Ἱερὰ Σύνοδος ἀνύψωσε τὶς Μητροπόλεις τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, καὶ συνεπῶς καὶ τὴν Μητρόπολη Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας, εἰς ἐν ἐνεργεία Μητροπόλεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. Ἡ ἀνακήρυξη ἀναφέρει ὅτι: «ἡ ρηθεῖσα τιμῆς ἕνεκεν Μητρόπολις Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας, ἀπὸ τοῦ νῦν καὶ ἐφεξῆς ὑπάρχη καὶ λέγηται καὶ παρὰ πάντων γιγνώσκηται Ἱερὰ Μητρόπολις Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας, ὁ δὲ ἐν αὐτὴ ἀρχιερατεύων τιτλοφορῆται Ἱερώτατος Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας, ὑπέρτιμος καὶ ἔξαρχος Ἀνατολικῆς Κρήτης».
Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1994 ἡ Ἱερὰ Ἐπαρχιακὴ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης ἐξέλεξε σὲ κανονικὴ διαδοχὴ καὶ διὰ παμψηφίας τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας κ.κ. Εὐγένιο (Πολίτη), ὑπέρτιμο καὶ ἔξαρχο Ἀνατολικῆς Κρήτης.
Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας περιλαμβάνει 86 Ἐνοριακοὺς Ναούς, 210 Ἐνοριακὰ Παρεκκλήσια, 408 Ἐξωκκλήσια, 70 Ναοὺς Κοιμητηρίων, 11 Μοναστηριακοὺς Ναοὺς καὶ περὶ τοὺς 90 ἐγγάμους καὶ ἀγάμους κληρικούς. Οἱ ἐν ἐνεργεία Μονὲς εἶναι οἱ ἑξῆς ἔξι: ἡ Ἱερὰ Σταυροπηγιακὴ Μονὴ Παναγίας Ἀκρωτηριανῆς καὶ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου Τοπλοῦ Σητείας, ἡ Ι. Μονὴ Παναγίας Φανερωμένης Ἱεράπετρας, ἡ Ι. Μονὴ Ἁγίου Ἰωάννου Καψὰ Σητείας (Ἀνδρικὰ Μοναστήρια), ἡ Ι. Μονὴ Παναγίας Ἑξακουστῆς Μαλλῶν Ἱεράπετρας, τὸ Ἱερὸ Ἡσυχαστήριο «Ἄξιόν Ἐστι» Ἱεράπετρας καὶ τὸ Ἱερὸ Προσκύνημα Ἁγίων Πάντων Ἁγιασμένου Ἱεράπετρας (Γυναικεία Μοναστήρια), ἐνῶ ὑπάρχουν καὶ ἀρκετὲς ἱστορικὲς διαλελυμένες Μονές.



Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
                  

 Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ἱεραπύτνης καὶ Σητείας, Ὑπέρτιμος και Ἔξαρχος Ἀνατολικῆς Κρήτης κ. Εὐγένιος (Πολίτης) γεννήθηκε στὸ Ἡράκλειο Κρήτης τὸ ἔτος 1952. Παρακολούθησε στὸ Ἡράκλειο τὶς γυμνασιακὲς σπουδὲς καὶ τὸ  1971 εἰσήχθη  στὴν Ἀνωτέρα Παιδαγωγικὴ Ἐκκλησιαστικὴ  Ἀκαδημία Θεσ/νίκης ἀπ’ ὅπου καὶ ἀποφοίτησε παίρνοντας τὸ πτυχίο τοῦ Ἱεροδιδασκάλου. Τὸ 1973 εἰσήχθη μὲ Πανελλήνιες ἐξετάσεις  στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ Θεσ/νίκης καὶ πῆρε  τὸ πτυχίο  τὸ 1977. Τὸ 1978 - 1980 εἰσάγεται καὶ ἐγγράφεται  στὸ Μεταπτυχιακὸν τμῆμα Σπουδῶν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς καὶ προσλαμβάνεται ὡς Ἐπιστημονικὸς Συνεργάτης στὴν ἕδρα τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου καὶ Ποιμαντικῆς. Μετέχει σὲ διασκέψεις καὶ συνέδρια ὡς ὑπότροφος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τῶν σπουδῶν του. Τὸ 1980 ἐπιστρέφει στὴν Κρήτη, κείρεται Μοναχὸς καὶ χειροτονεῖται Διάκονος  στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγ. Γεωργίου Ἐπανωσήφη. Τὸ 1982 χειροτονεῖται Πρεσβύτερος, λαμβάνει τὸ ὀφφίκιο τοῦ Ἀρχιμανδρίτη καὶ διορίζεται  Ἱεροκήρυκας τῆς Ι. Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης. Τὸ 1984 προχειρίζεται Ἡγούμενος τῆς Ι. Μονῆς Ἁγ. Γεωργίου Γοργολαΐνι καὶ ἐργάζεται γιὰ τὴν ἀνακαίνιση καὶ λειτουργία τῆς Ι. Μονῆς μέχρι καὶ τὴν  ἐκλογή του σὲ Ἐπίσκοπο, στὶς 14 Ἰουνίου 1994. Ἡ χειροτονία του ἔγινε στὶς 25 τοῦ ἴδιου μήνα στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγ. Μηνᾶ Ἡρακλείου. Ἐνθρονίστηκε  στὴν Ἱεράπετρα στὶς 10 Σεπτεμβρίου τοῦ ἴδιου ἔτους.  Ἀσχολήθηκε μὲ τὴν Ἱερὰ Ἐξομολόγηση, τὸ κήρυγμα καὶ τὴν κατήχηση τῆς Νεότητος, μετεῖχε σὲ συνέδρια καὶ δημοσίευσε ἄρθρα σὲ διάφορα περιοδικά. 
ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΘΡΥΠΤΗΣ
Τόπος μαγευτικὸς γιὰ καλοκαιρινὲς διακοπὲς, βρίσκεται σὲ ὑψόμετρο 860μ καὶ ἀπέχει 16 χλμ ἀπὸ τὴν Ἱεράπετρα.
Τὸ ὀροπέδιο τῆς Θρυπτῆς, τ' «Ἀόρη», ὅπως τὸ λένε ἁπλά, ἀποτελεῖται ἀπὸ τὸν παραδοσιακὸ οἰκισμὸ μὲ τὰ μικρὰ παλιὰ γραφικὰ σπίτια, (ἀποθῆκες κρασιοῦ ἢ μαγατζέδες). Εἶναι περιοχὴ ἰδιαίτερου φυσικοῦ κάλλους κατάφυτη μὲ ἀμπέλια σὲ ἀμφιθεατρικὲς πεζοῦλες, ὀπορωφόρα δένδρα μηλιές, ἀχλαδιὲς καὶ καρυδιὲς ἐνῶ γύρω του ἁπλώνεται ἕνα μοναδικὸ πευκοδάσος, πηγὲς μὲ γάργαρα νερά, τὰ μετόχια τ’ Ἀργυρᾶ καὶ τῆς Ἁγίας Ἄννας  καὶ τέλος τὸ φαράγγι τοῦ Χᾶ δυτικά.
Ἀπὸ παλιὰ ἦταν τόπος παραθερισμοῦ τῶν κατοίκων κυρίως τοῦ Πάνω,  Κάτω Χωριοῦ, Ἐπισκοπῆς καὶ Παπαδιανῶν ἀλλὰ σήμερα καὶ τῆς εὐρύτερης περιοχῆς, λόγω τοῦ ὑγιεινοῦ του κλίματος.
Μερικὰ ἀπὸ τὰ τοπονύμια ποὺ ἀκούγονται καὶ σήμερα στὴ περιοχὴ τοῦ οἰκισμοῦ εἶναι τὸ Προβαρμα, ἡ Ψαρή, τ’ Ἀμοναχού, ὁ Λάκος κ.α.
Σήμερα, δυστυχῶς, ὁ οἰκισμὸς ἔχει χάσει τὴν παραδοσιακή του ὄψη. Οἱ νέες οἰκοδομές, χτισμένες μὲ τὸ σύγχρονο τρόπο καὶ τὰ μέσα τῆς ἐποχῆς, περισσότερο θυμίζουν σύγχρονο χωριό, παρὰ ὀρεινὸ παραθεριστικὸ κέντρο.
Ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στὸ ὀροπέδιο εἶναι βατός, σὲ ἀλλὰ σημεῖα τσιμεντένιος καὶ σὲ ἄλλα ἄσφαλτος καὶ μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀνέβει εὔκολα μὲ τὸ αὐτοκίνητο.





ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ Α.Θ.Π. ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ
ΕΠΙ Τῌ ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΙΝΔΙΚΤΟΥ ΚΑΙ Τῌ ΗΜΕΡᾼ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
+ Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Σ
ΕΛΕῼ ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ,
ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ
ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΧΑΡΙΝ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗΝ
ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΤΟΥ
ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ
ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
* * *

Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Ἔφθασεν ἡ πρώτη Σεπτεμβρίου, ἡ πρώτη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους, τήν ὁποίαν πρό ἐτῶν τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον καί ἐν συνεχείᾳ σύνολος ἡ Ὀρθόδοξος ἡμῶν Ἐκκλησία ὡρίσαμεν ὡς ἡμέραν προσευχῆς διά τό περιβάλλον. Ἔκτοτε, λόγῳ καί τῆς ἡμετέρας πρωτοβουλίας ταύτης, ἔχει γενικευθῆ τό ἐνδιαφέρον διά τήν προστασίαν τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος καί πολλά λαμβάνονται  μέτρα ἐν προκειμένῳ διά τήν ἀειφορίαν καί τήν ἰσορροπίαν τῶν οἰκοσυστημάτων ἀλλά καί διά πᾶν σχετικόν πρός αὐτάς πρόβλημα.

Καθώς μάλιστα τυγχάνει γνωστόν καί ἐπιμεμαρτυρημένον ὅτι "οὐ λύονται οἱ νόμοι τῆς φύσεως, οὐδέ σαλεύονται, ἀλλά μένουσιν ἀκίνητοι" (πρβλ. Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, Εἰς τόν πτωχόν Λάζαρον ΣΤ΄, P.G. 48, 1042), ὀφείλομεν σήμερον νά ἐπικεντρώσωμεν τήν προσοχήν μας εἰς τάς ἀφανεῖς ἐπεμβάσεις τοῦ ἀνθρώπου εἰς τήν ἰσορροπίαν τοῦ περιβάλλοντος, ἡ ὁποία διασαλεύεται ὄχι μόνον δι᾿ ἐμφανῶν καταστρεπτικῶν ἐνεργειῶν, ὡς αἱ ἐκριζώσεις τῶν δασῶν, ἡ ὑπεράντλησις τῶν ὑδάτων, ἡ ἐν γένει ὑπερεκμετάλλευσις τῶν φυσικῶν καί ἐνεργειακῶν πόρων καί ἡ μέσῳ διαρροῆς καί ἀποθέσεως τοξικῶν καί χημικῶν οὐσιῶν μόλυνσις μεγάλων χερσαίων καί ὑδατίνων περιοχῶν, ἀλλά καί δι᾿ ἀφανῶν διά γυμνοῦ ὀφθαλμοῦ πράξεων. Καί τοιαῦται τυγχάνουν αἱ ἐπεμβάσεις εἰς τά γονιδιώματα τῶν ἐμβίων ὄντων καί ἡ δημιουργία κατ᾿ αὐτόν τόν τρόπον μετηλλαγμένων εἰδῶν ἀγνώστου ἐν συνεχείᾳ μετεξελίξεως, ὡς καί ἡ ἀνεύρεσις τρόπων ἀποδεσμεύσεως τεραστίων δυνάμεων, τῶν ἀτομικῶν καί πυρηνικῶν, τῶν ὁποίων ἡ μή ὀρθή χρῆσις δύναται νά ἐξαφανίσῃ πᾶν ἴχνος ζωῆς καί πολιτισμοῦ εἰς τόν πλανήτην μας. Εἰς τάς περιπτώσεις ταύτας δέν εἶναι ἡ πλεονεξία καί ἡ ἐπιθυμία τῆς ὑπερισχύσεως τά μόνα κίνητρα τῶν ἐπιδιωκόντων νά ἐπέμβουν καί νά μεταλλάξουν τά ἔμβια ὄντα, τά ὁποῖα ὁ Θεός ἐδημιούργησεν ὡς «καλά λίαν», ἀλλά καί ἡ ὑπεροψία ὡρισμένων ὅπως ἀντιπαραταχθοῦν εἰς τήν Σοφίαν τοῦ Θεοῦ καί ἀποδείξουν ἑαυτούς ἱκανούς νά βελτιώσουν τό ἔργον Αὐτοῦ. Ἡ ψυχική στάσις αὕτη χαρακτηρίζεται ὑπό τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων ὡς "ὕβρις", δηλαδή ὑπεροπτική αὐθάδεια τοῦ ἔχοντος περιωρισμένον νοῦν ἔναντι τοῦ Πανσόφου καί Παντοδυνάμου Δημιουργοῦ.
  

Ἀσφαλῶς δέν ἀντιτασσόμεθα πρός τήν ἐπιστημονικήν ἔρευναν,  ἐάν καί ἐφ᾿ ὅσον παρέχῃ ἐπωφελεῖς ὑπηρεσίας εἰς τόν ἄνθρωπον καί τό περιβάλλον. Τοιουτοτρόπως, ἡ χρησιμοποίησις τῶν πορισμάτων αὐτῆς διά τήν θεραπείαν, παραδείγματος χάριν, ἀσθενειῶν εἶναι ἀσφαλῶς θεμιτή, ἀλλά ἡ βεβιασμένη ἐμπορική ἐκμετάλλευσις προϊόντων τῆς συγχρόνου χημικῆς καί βιολογικῆς τεχνολογίας πρό τῆς τετελεσμένης διαπιστώσεως ὅτι εἶναι διά τόν ἄνθρωπον ἀβλαβῆ, εἶναι ἀσφαλῶς κατακριτέα, καθώς ἐπανειλημμένως ὡδήγησεν εἰς τραγικάς συνεπείας αὐτόν καί τό περιβάλλον.
Ἡ ἐπιστήμη, καλῶς πράττουσα, διαρκῶς ἐρευνᾷ καί προσπαθεῖ νά ἑρμηνεύσῃ τήν φυσικήν νομοτέλειαν καί τάξιν. Ἡ ἐντολή τοῦ Θεοῦ πρός τούς πρωτοπλάστους "κατακυριεύσατε τῆς γῆς"(Γεν. θ΄ 1) παρέχει τήν ἄδειαν τῆς ἐρεύνης καί γνώσεως τῶν φυσικῶν καί βιολογικῶν μηχανισμῶν οἱ ὁποῖοι δροῦν εἰς αὐτήν, διά νά εἶναι σύνολον τό φυσικόν περιβάλλον παραδείσιον. Ἀρκεῖ ἡ ἐπιδίωξις τῆς γνώσεως καί ἡ ἐκμετάλλευσις αὐτῆς νά μή στοχεύῃ μόνον εἰς τό κέρδος καί νά μή εἶναι ἀλαζονική προσπάθεια οἰκοδομήσεως ἑνός νέου πύργου τῆς Βαβέλ, διά τοῦ ὁποίου τό δημιούργημα θά προσπαθήσῃ νά φθάσῃ καί ἴσως, κατά τήν ἔπαρσιν ὡρισμένων, νά ὑπερβῇ καί Αὐτόν τόν Δημιουργόν. Δυστυχῶς λησμονεῖ ἐνίοτε ὁ ἄνθρωπος ὅτι ὁ τοῦ "κάλλους γενεσιάρχης ἔκτισεν αὐτά" (Σοφ. Σολ. ιγ΄, 3) καί χείρ Κυρίου "ἐθεμελίωσε τήν γῆν, καί ἡ δεξιά Αὐτοῦ ἐστερέωσε τόν οὐρανόν" (πρβλ. Ἡσ. μη΄, 13).
Καθῆκον, λοιπόν, ἡμῶν τῶν ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ἀνθρώπων τοῦ πνεύματος καί τῆς ἐπιστήμης, ἀλλά καί πάντων τῶν εὐλαβῶν χριστιανῶν, εἶναι νά ἐργαζώμεθα τό ἀγαθόν καί κυρίως νά προσευχώμεθα ὅπως ὁ Δημιουργός τοῦ παντός Θεός φωτίζῃ τούς εἰδικῶς μέ τά ἀνωτέρα θέματα ἀσχολουμένους ἐπιστήμονας ἵνα ἐν ταπεινώσει ἔναντι Αὐτοῦ καί ἐν σεβασμῷ πρός τήν φυσικήν νομοτέλειαν καί τάξιν εἰσέρχωνται εἰς τά ἐνδότερα αὐτῆς καί ἀποφεύγουν τήν διά λόγους οἰκονομικῆς ἐκμεταλλεύσεως ἤ ἄλλους, ὡς ἀνεφέρομεν, βεβιασμένην χρησιμοποίησιν τῶν πορισμάτων τῆς ἐρεύνης των. Χρειάζεται μακρά πεῖρα διά νά βεβαιωθῇ ὅτι αἱ διαπιστωθεῖσαι εὐεργετικαί ἐπιρροαί ἐκ τῆς ἐφαρμογῆς τῶν νέων γνώσεων δέν συνεπάγονται παραπλεύρως ἐπιβλαβεῖς παρενεργείας εἰς τό περιβάλλον καί βεβαίως εἰς αὐτόν τοῦτον τόν ἄνθρωπον.
Κατά τήν δημιουργίαν τοῦ κόσμου ἡ τότε φωνή καί τό πρῶτον πρόσταγμα τοῦ Κυρίου "οἷον νόμος τις ἐγένετο φύσεως, καί ἐναπέμεινε τῇ γῇ, τήν τοῦ γεννᾶν αὐτῇ καί καρποφορεῖν δύναμιν εἰς τό ἑξῆς παρεχόμενος..."   (Μεγάλου Βασιλείου, εἰς τήν ἑξαήμερον Θ΄, P.G. 29, 96A), ἐξασφαλίζουσα τήν ἀειφορίαν αὐτῆς. Καί ἡ γῆ θά συνεχίσῃ νά γεννᾷ καί νά καρποφορῇ ἐφ᾿ ὅσον ἀφεθῇ εἰς τήν φυσικήν αὐτῆς τάξιν καί ἐφ᾿ ὅσον ἡμεῖς οἱ πάροικοι ἐπ᾿ αὐτῆς πορευθῶμεν κατά τά προστάγματα καί τάς ἐντολάς τοῦ Θεοῦ καί φυλάττωμεν καί ποιῶμεν αὐτάς. Τότε Ἐκεῖνος μόνον "δώσει τόν ὑετόν ἡμῖν ἐν καιρῷ αὐτοῦ, καί ἡ γῆ δώσει  τά γενήματα αὐτῆς, καί τά ξύλα τῶν πεδίων ἀποδώσει τόν καρπόν αὐτῶν [...] καί φαγώμεθα τόν ἄρτον ἡμῶν εἰς πλησμονήν καί κατοικήσωμεν μετά ἀσφαλείας ἐπί τῆς γῆς ἡμῶν. Καί πόλεμος οὐ διελεύσεται διά τῆς γῆς ἡμῶν[...]" (πρβλ. Λευιτ. 26, 4-5).
Προσευχόμενοι ἐπί τῇ εὐσήμῳ ταύτῃ ἡμέρᾳ καί τῇ εἰσόδῳ τοῦ ἐνιαυτοῦ μετά Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, Συμεών τοῦ ἰσαγγέλου καί τῶν ἐν Ἐφέσῳ ἑπταρίθμων παίδων καί μετά τοῦ ἱεροῦ Ψαλμῳδοῦ Δαυίδ πρός τόν Κύριον ὅπως ἐξαποστείλῃ τό πνεῦμα Αὐτοῦ καί ἀνακαινίσῃ τό πρόσωπον τῆς γῆς (πρβλ. Ψαλμ. 103, 30), εὐλογῶν τά ἔργα τῶν χειρῶν Αὐτοῦ καί καταξιῶν ἡμᾶς λυσιτελῶς περαιῶσαι τήν τοῦ χρόνου περίοδον,  ἐπικαλούμεθα ὑπέρ τῶν ἐρευνώντων τάς δυνάμεις τῆς φύσεως τόν φωτισμόν, τήν χάριν καί τήν εὐλογίαν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.
͵βιγ΄ Σεπτεμβρίου α΄